“Για την Ανδρομάχη” / Γ. Δημόπουλος
Ανδρομάχη,
Πώς θα ήθελες άραγε να σε θυμάμαι; Η πρώτη συνάντηση ήταν το 1989 στο ΨΝΑ, όπου στα λεγόμενα προκάτ περίπτερα με διευθυντή τον Παναγιώτη Βαρδή, αρχίζαμε την ειδικότητα με το Γιώργο Δημητριάδη. Η ανάμνηση μιας ωραίας γυναίκας των γραμμάτων, που στο τέλος της εργασιακής ημέρας, το μεσημέρι, διαβάζαμε όλοι μαζί, ψυχαναλυτικά κείμενα Φρόιντ κυρίως, που τότε είχαν θέση ανάσας στο άγχος της πρώτης εικόνας και των πρώτων διαλόγων με την ψύχωση. Η γοητεία του «κάτι από Παρίσι», με το οποίο ήσουν ήδη από χρόνια σε διάλογο στη σχολή του Ζακ Λακάν, έχοντας μεταφράσει το 11ο σεμινάριο του. Η πρώτη συνάντηση-συμπόσιο το 1990 Ελλήνων και Γάλλων ψυχαναλυτών για το ευρύ κοινό στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής γύρω από την ψύχωση, σύμφωνα με τη λακανική πρακτική και θεωρία, όπου έπαιξες ρόλο για την διοργάνωση της και για την κάποια σύνδεση ανάμεσα στην κατάσταση αποσύνδεσης στην οποία βρισκόταν τότε η λακανική σχολή στη Γαλλία. Και ταυτόχρονα συνέχιζες την εργασία της μετάφρασης με το «ψυχοσωματική και καρκίνος» του Ζαν Γκυρ. Και ξανά πάλι, ακούραστα, ο σύνδεσμος Ελλάδας-Γαλλίας με την διοργάνωση μέσα από το καρτέλ που συμμετείχες τότε, τεσσάρων κυριακάτικων πρωινών με διαλέξεις για την ψυχανάλυση και την τέχνη, που έλαβαν χώρα στην αίθουσα διαλέξεων του μουσείου κοσμήματος Η. Λαλαούνη, κοντά στην Ακρόπολη, κατά τη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους 1999-2000. Ήταν τότε προσκεκλημένοι, ψυχαναλυτές από την Σχολή ψυχανάλυσης Σίγκμουντ Φρόιντ, που επέλεξες να είσαι μέλος, κρατώντας ταυτόχρονα τους δεσμούς που είχες κάνει με ψυχαναλυτές όλων των λακανικών σχολών, ομάδων ή εταιρειών. Και να μην ξεχάσω τον ψυχοβγάλτη, όπως πρότεινες για το «l’ arrache coeur» του Μπορίς Βιάν, αγαπημένο βιβλίο της παρέας των φοιτητικών χρόνων, παρασυρόμενος από το σημαίνον αυτής της επιλογής σου, χωρίς να έχω γνωρίσει ούτε εσένα αλλά και ούτε την έκταση των επιπτώσεων της περιπλάνησης του διφορούμενου στη λακανική διδασκαλία και κλινική. Και για το τέλος, ή αρχή, η συνέντευξη με τον Ανδρέα Εμπειρίκο δημοσιευμένη στο περιοδικό Ηριδανός το 1976, μια ένδειξη ίσως, από τότε, της αντίληψης που είχες για την ψυχανάλυση, αυτήν της διαίσθησης ποιητικής η μη.
Ανδρομάχη, λυπάμαι που είχαμε απομακρυνθεί τελευταία και θα ήθελες να θυμάμαι πολύ περισσότερα. Όπως και να χει, θα θυμάμαι τον ενθουσιασμό και το πάθος σου και λίγο αναπόφευκτο χάος που πάει μαζί με αυτά, όταν σε παρασύρουν. Και το ότι εκτός από το τελευταίο διάστημα της πανδημίας και της νόσου που σε επισκέφθηκε, δεν κάθισες ποτέ σπίτι, ήσουν σταθερή στην κίνηση και τη δοκιμασία της διαμάχης και της Φιλίας με πολλούς άλλους, ώστε το ψυχαναλυτικό πράγμα να συνεχίζει να ακούγεται, να γράφεται και να διαβάζεται, είτε ο ψυχαναλυτικός θεσμός είναι αναγκαίος είτε όχι.